Λογοτεχνία
και διδασκαλία της Ιστορίας
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
Η λογοτεχνία ως τέχνη του λόγου, αλλά και ως κοινωνική πρακτική σχετίζεται και συνομιλεί τόσο με άλλα είδη λόγου, όπως είναι ο λόγος της επιστήμης της Ιστορίας, όσο και με άλλες κοινωνικές πρακτικές στο γενικότερο πλαίσιο της δημόσιας σφαίρας, της συγκρότησης της συλλογικής μνήμης και των εθνικών ή τοπικών παραδόσεων.
Το κύριο ζήτημα το οποίο έχουμε να συζητήσουμε στο παρόν κείμενο είναι οι τρόποι με τους οποίους η ιστορία εγγράφεται στη λογοτεχνία ή, με άλλα λόγια, ο τρόπος με τον οποίο η λογοτεχνία μιλά για τα ιστορικά γεγονότα και τις ιστορικές εμπειρίες. Αυτή η συζήτηση δεν μπορεί να γίνει δίχως την έννοια της αναπαράστασης. Στη διαδικασία της αναπαράστασης η τέχνη και η ιστορική πραγματικότητα είναι δύο ξεχωριστά πράγματα, ώστε πρέπει πρώτα γνωρίζουμε ποια είναι η ιστορική πραγματικότητα και μετά θα προσπαθήσουμε να ερευνήσουμε τον τρόπο με τον οποίο η τέχνη αναπαράστησε αυτήν την ιστορική πραγματικότητα.
Αν και η τέχνη είναι συστατικό μέρος της Ιστορίας, δεν είναι το όλον της Ιστορίας, όπως δεν είναι άλλες εκφάνσεις της ανθρώπινης ζωής, όπως λ.χ. η θρησκεία. Έτσι μπορούμε να γνωρίσουμε μια εποχή αρτιότερα, μελετώντας και την τέχνη της. Πάντως πρέπει να γίνεται σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στην τέχνη που δημιουργήθηκε στην εποχή που μας ενδιαφέρει, και στην τέχνη που δημιουργήθηκε σε μεταγενέστερο χρόνο, αλλά αναφέρεται στην εποχή που μας ενδιαφέρει. Η Ιστορία ως επιστήμη έχει αυτοτέλεια, χωρίς να σημαίνει ότι ο ιστορικός αγνοεί στην αναπαράσταση του ιστορικού παρελθόντος τις λοιπές δράσεις της ανθρώπινης διάνοιας.
Προσεγγίζοντας ένα λογοτεχνικό κείμενο, ακόμη και ένα ιστορικό μυθιστόρημα, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι, όσο πιστά στις ιστορικές πηγές κι αν βρίσκεται, αποτελεί ένα έργο μυθοπλασίας. Από την άλλη δεν είναι ορθό να λέγεται ότι από ένα συνεπές προς τα γεγονότα ιστορικό μυθιστόρημα δεν είναι δυνατό “να πληροφορηθούν την αλήθεια για τα γεγονότα” ή ακόμη ότι δεν πρέπει “να νομίζουμε ότι οι μικροί αναγνώστες θα μάθουν από τη λογοτεχνία την εθνική ιστορία, όπως πολλές γενιές παιδαγωγών και γονιών νόμιζαν, με κυριότερο εκφραστή αυτής της άποψης την Πηνελόπη Δέλτα, η οποία πάσχισε με τα ιστορικά της μυθιστορήματα να διδάξει τα ελληνόπουλα” (Βενετία Αποστολίδου, Λογοτεχνία και ιστορία Μια σχέση ιδιαίτερα σημαντική για τη λογοτεχνική εκπαίδευση). Δεν φυσικά λίγες οι φορές που ενστάσεις του τύπου “η προσωπική του ιδεολογία, η ελλιπής κατανόηση των ιστορικών εννοιών, η απουσία μεθοδολογικών εργαλείων και το προσωπικό του συγγραφικό πρόγραμμα ευθύνονται συνήθως για τη μονομερή έκθεση των ιστορικών γεγονότων σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι συμβαίνει σε ένα ιστορικό έργο” ή ακόμη “αποσιώπηση γεγονότων ή πλευρών της ιστορικής πραγματικότητας, οι ηθικοδιδακτικοί σχολιασμοί του αφηγητή”, που αφορούν στο ιστορικό μυθιστόρημα, συχνότατα διατυπώνονται και για τους ιστορικούς και για το έργο τους από τους θυασώτες της “Νέας Ιστορίας” και της μεταμοντέρνας αντίληψης για το ιστορικό παρελθόν. Τα αρχαιότερα έργα της ελληνικής (και ευρωπαϊκής) λογοτεχνίας, η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, δεν έχουν σταματήσει εδώ και αιώνες να αποδεικνύουν, εκτός από τον λογοτεχνικό, και τον ιστορικό τους χαρακτήρα και να γονιμοποιούν αδιάκοπα την επιστημονική έρευνα.
Στο μυθιστόρημα συμπλέκονται δύο τουλάχιστον προσλήψεις: η πρόσληψη του παρόντος, όπως το βιώνει, το αντιλαμβάνεται και επιδιώκει να το επηρεάσει ο συγγραφέας, και η πρόσληψη του παρελθόντος για το οποίο μιλά.
Όλοι οι ιστορικοί μυθιστοριογράφοι μέχρι τον Β’ ΠΠ παρέμειναν πιστοί σε τρεις αρχές:
α. ανάπλαση της ιστορικής περιόδου στην οποία αναφέρεται η μυθιστορηματική δράση μέσω του ρεαλιστικού και άκρως λεπτομερειακού φωτισμού συμβάντων, τόπων, χαρακτήρων, ενδυμασιών και καθημερινών ηθών ή συνηθειών,
β. συγκέντρωση της προσοχής σε ένα ή περισσότερα γεγονότα που ασκούν καθοριστική επιρροή στη ζωή του ατόμου (επώνυμου και ανώνυμου, αν και το βάρος της έμφασης πέφτει στους ώμους των μέσων όρων και των ανωνύμων), το οποίο βιώνει έντονα τον ιστορικό του χρόνο και έχει σαφή αίσθηση του ανήκειν σε μια συγκεκριμένη εποχή,
γ. ενοποιητική και ολοποιητική αντίληψη για το παρελθόν, το οποίο εμφανίζεται ως ένα μονίμως συνεκτικό και αρραγές σύνολο, ως μια οντότητα ικανή να αντιπαραταχθεί στο δύστροπο παρόν, αλλά και να εγγυηθεί ένα ανέφελο (αν όχι και πολλά υποσχόμενο) μέλλον.
Από τον Β’ ΠΠ και μετά, και υπό την επίδραση της μεταμοντέρνας αντίληψης, οι ιστορικοί, διεθνώς και στην Ελλάδα, θα ακολουθήσουν τη μεταμοντέρνα νόρμα δίνοντας έργα στα οποία το βάρος πέφτει στις “ταυτότητες με σχετικιστικό μεν περιεχόμενο”, έργα που δεν εδράζονται “στις αξίες ενός ενιαίου και αδιαφοροποίητου έθνους, αλλά στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα οποία παρουσιάζει η φυσιογνωμία μιας επιμέρους εθνικής, εθνοτικής, πολιτισμικής και φυλετικής ενότητας”. Η κρίση στην Ιστορία και η αμφισβήτηση στις μεγάλες αφηγήσεις συμπαρέσυρε όπως ήταν φυσικό και τον χαρακτήρα του ιστορικού μυθιστορήματος. Και λέμε “φυσικά” διότι από τη στιγμή που η έννοια του “ιστορικού συμβάντος” αποδομήθηκε στον χώρο της Ιστορίας, ήταν επόμενο να συμβεί το ίδιο και στη σφαίρα του ιστορικού μυθιστορήματος: όχι μόνο το έθνος και τη μυθική του ενότητα, αλλά και κάθε αντικειμενική εξουσία, η οποία θα στερηθεί τα καθιερωμένα της προνόμια είτε με την απομάκρυνση από τα μεγάλα και κοινής λήψεως ιστορικά γεγονότα είτε με την αμφισβήτηση της ίδιας της έννοιας του ιστορικού συμβάντος, το οποίο, μεταμορφωμένο σε αφηγηματικό-λογοτεχνικό γεγονός, θα αποθεώσει το ατεκμηρίωτο και το μεροληπτικό στοιχείο της υποκειμενικότητας. Καθώς η σύγχρονη ιστοριογραφία έχει πάρει δρόμους αποδόμησης και ανατροπής της αφηγηματικής ενότητας (= ιστορική αφασία), αναμενόμενο ήταν να έχει ανάλογη πορεία και το σύγχρονο ιστορικό μυθιστόρημα.
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης: «Γυφτοπούλα»
«Στα χρόνια του Βουλγαροκτόνου»
Άγγελος Τερζάκης:
«Η πριγκηπέσσα Ιζαμπώ»
Άγγελος Βλάχος:
«Ο κύριος μου Αλκιδιάδης»
Κοσμάς Πολίτης:
«Στου Χατζηφράγκου»
Παντελής Πρεβελάκης:
«Κρητικός: Το Δέντρο»
Παντελής Πρεβελάκης:
«Κρητικός: Η Πολιτεία»
Μ. Καραγάτσης:
«Η Μεγάλη Χίμαιρα»
Στρατής Τσίρκας:
«Ακυβέρνητες Πολιτείες»
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης: «Οι έμποροι των εθνών»
Γιώργου Θεοτοκά:
«Αργώ»
Στρατής Μυριβήλης:
«Η ζωή εν τάφω»
Άγγελος Βλάχος:
«Οι τελευταίοι Γαληνότατοι»
Παναγιώτης Κανελλόπουλος:
«Γεννήθηκα στα χίλια τετρακόσια δύο»
Παντελής Πρεβελάκης:
«Κρητικός: Η Πρώτη Λευτεριά»
Μ. Καραγάτσης:
«Συνταγματάρχης Λιάπκιν»
Μ. Καραγάτσης:
«Γιούγκερμαν»
Ρέα Γαλανάκη:
«Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ πασά»