Ομηρική Εποχή

1100 – 750 π.Χ.

Την παρακμή των μυκηναϊκών κέντρων ακολούθησε περίοδος αναστατώσεων και συνεχών μετακινήσεων των ελληνικών φύλων, μετά την ολοκλήρωση των οποίων τέθηκαν τα θεμέλια του ελληνικού πολιτισμού. Κύρια πηγή πληροφοριών γι’ αυτή την περίοδο, εκτός από την αρχαιολογική έρευνα, είναι τα έπη του Ομήρου. Για το λόγο αυτό, οι ερευνητές την ονομάζουν συμβατικά ομηρική εποχή. Επίσης ονομάζεται και Γεωμετρική από το σχήμα των αγγείων της εποχής.

Χάλκινη κυκλική λαβή
τριποδικού λέβητα με ίππο. 

Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Αθηνών.

Ενότητες μαθήματος

  • Οι μετακινήσεις (εντός του ηπειρωτικού ελληνικού χώρου)
  • Ο πρώτος ελληνικός αποικισμός
  • Οικονομική, κοινωνική και πολιτική οργάνωση
  • Ο πολιτισμός

Οι μετακινήσεις
12ος – 11ος αι. π.Χ.

1η Μετακίνηση

Με βάση τα στοιχεία που παρέχουν ο Ηρόδοτος και ο Θουκυδίδης, πρώτοι μετακινήθηκαν οι Θεσσαλοί, οι οποίοι εγκατέλειψαν τη Θεσπρωτία και εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλία. Οι παλαιότεροι κάτοικοι της Θεσσαλίας, οι Βοιωτοί, μετακινήθηκαν νοτιότερα και εγκαταστάθηκαν στη σημερινή Βοιωτία.

Η μαρτυρία του Ηροδότου

Ύστερα έβαλε μπρος να εξετάζει ποιοί ανάμεσα στους Έλληνες ήσαν οι δυνατότεροι, που θα μπορούσε να τους κάνει φίλους. Και ψάχνοντας έβρισκε πως ξεχώριζαν οι Λακεδαιμόνιοι και οι Αθηναίοι, οι πρώτοι ανάμεσα στους Δωριείς, οι δεύτεροι ανάμεσα στους Ίωνες. Γιατί αυτά τα έθνη ήσαν τα πιο γνωστά, όντας τα παλιά χρόνια το τελευταίο πελασγικό, το πρώτο ελληνικό. Οι Αθηναίοι ποτέ ως τώρα δεν ξεσηκώθηκαν από τον τόπο τους, ενώ οι άλλοι ήσαν πολυπλάνητοι. Γιατί όσο βασίλευε ο Δευκαλίων, κατοικούσαν τη Φθιώτιδα, στα χρόνια πάλι του Δώρου, γιου του Έλληνος, τη χώρα στις πλαγιές της Όσσας και του Ολύμπου που τη λεν Ιστιαιώτιδα. Κι αφότου και από την Ιστιαιώτιδα τους ξεσήκωσαν οι Καδμείοι, κατοικούσαν στην Πίνδο με το όνομα έθνος Μακεδνόν. Από εκεί πάλι άλλαξαν τόπο και πήγαν στη Δρυοπίδα και από τη Δρυοπίδα έφτασαν πια εκεί που είναι, δηλαδή στην Πελοπόννησο, και ονομάστηκαν έθνος Δωρικό.

Ηρόδοτος Α, 56, 1-3

Η μαρτυρία του Θουκυδίδη

Εξήντα χρόνια μετά την άλωση της Τροίας οι Θεσσαλοί έδιωξαν από την Άρνη τους σημερινούς Βοιωτούς, που ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή η οποία λέγεται σήμερα Βοιωτία και άλλοτε ονομαζόταν Γη του Κάδμου. Μερικοί Βοιωτοί ήσαν κιόλας εγκατασταμένοι εκεί και μερικοί από αυτούς πήραν μέρος στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας. Ογδόντα χρόνια μετά την άλωση της Τροίας οι Δωριείς με τους Ηρακλείδες κατάκτησαν την Πελοπόννησο. Μόνο μετά από πολλά χρόνια η Ελλάδα ησύχασε οριστικά, σταμάτησαν οι μετοικεσίες και έτσι μπόρεσε να ιδρύσει αποικίες. Οι Αθηναίοι εγκαταστάθηκαν στις Ιωνικές πολιτείες και στα περισσότερα νησιά. Οι Πελοποννήσιοι εγκαταστάθηκαν στην Ιταλία και στην Σικελία και σε μερικά μέρη της υπόλοιπης Ελλάδας. Όλες αυτές οι αποικίες ιδρύθηκαν μετά τα Τρωικά.

Θουκυδίδης Α, 12

2η Μετακίνηση

Στην Πελοπόννησο η μετακίνηση είχε τον χαρακτήρα στρατιωτικής επιχείρησης για την υποταγή των μυκηναϊκών πληθυσμών. Μία από τις τρεις ομάδες Δωριέων, η ισχυρότερη, κατέλαβε τη Λακωνία.

Κατά το 1125 π.Χ. διαπεραιώθηκαν από τη Στερεά στην Πελοπόννησο Δωριείς και Αιολείς. Οι Δωριείς, χωρισμένοι σε τρεις ομάδες, κατέλαβαν τις Μυκήνες και το Άργος, την κοιλάδα του Ευρώτα και τη μεσσηνιακή πεδιάδα. Οι Αιτωλοί κατέλαβαν την Ήλιδα και τη λεκάνη του Πηνειού. Συγχρόνως ή λίγο νωρίτερα, Θεσσαλοί, προερχόμενοι από την κεντρική Πίνδο, εγκαταστάθηκαν στην περιοχή που αργότερα πήρε το όνομά τους. Οι παλαιότεροι κάτοικοι της Θεσσαλίας, οι Βοιωτοί, μετακινήθηκαν νοτιότερα και εγκαταστάθηκαν στη σημερινή Βοιωτία [πηγή: ΙΕΕ, τ. Β].

Στο αμέσως επόμενο διάστημα (1100-1050 π.Χ.), ένα ακόμη τμήμα των Δωριέων κατέλαβε την Κόρινθο. Παράλληλα έφευγαν από την Πελοπόννησο ομάδες παλαιών κατοίκων – Αχαιοί και Αρκάδες – αναζητώντας νέα πατρίδα προς την Κρήτη, την Παμφυλία και την Κύπρο. Ίωνες από την ΒΑ Πελοπόννησο και την Αττική κατέληξαν στην Εύβοια και τις Κυκλάδες [πηγή: ΙΕΕ, τ. Β].

Η επάνοδος των Ηρακλειδών

Την κατάληψη του μεγαλύτερου μέρους της Πελοποννήσου και την κυριαρχία τους στους αχαϊκούς πληθυσμούς, οι Δωριείς αργότερα ερμήνευσαν με το μύθο της επανόδου των Ηρακλειδών, δηλαδή των απογόνων του Ηρακλή που επέστρεψαν στην αρχαία τους κοιτίδα.

Ο μύθος της επιστροφής των Ηρακλειδών

Ηρακλείδες είναι οι απόγονοι του Ηρακλή και της Δηιάνειρας, με την κάθοδο των οποίων στην Πελοπόννησο σχετίζεται η άφιξη των τελευταίων Δωριέων στον Ελλαδικό χώρο. Αμέσως μετά τον θάνατο του Ηρακλή και την άνοδό του στον Όλυμπο, τα παιδιά του έμειναν χωρίς προστάτη και καταδιώχθηκαν από τον Ευρυσθέα, βασιλιά των Μυκηνών. Κατέφυγαν στην Αττική, όπου βασίλευε ο Θησέας (κατ’ άλλους οι απόγονοί του Δημοφών και Ακάμας), και του ζήτησαν άσυλο, καθίζοντας ως ικέτες στον «Ελέου βωμόν». Πέτυχαν καταφύγιο στην Τετράπολη του Μαραθώνα. Ο Ευρυσθέας ζήτησε την παράδοση των «ικετών», ωστόσο ούτε ο Θησέας, ούτε άλλος Αθηναίος δέχθηκε να τους παραδώσει, και έτσι ο Ευρυσθέας κήρυξε τον πόλεμο στην Αθήνα. Στη μάχη που επακολούθησε στην Αττική, οι Αθηναίοι κατετρόπωσαν τον στρατό του Ευρυσθέως, ο οποίος έχασε τη ζωή του, ενώ σκοτώθηκαν και οι 5 γιοί του. Η νίκη αυτή είχε προφητευθεί από το Μαντείο των Δελφών, που είχε δώσει στους Αθηναίους την υπόσχεση ότι θα νικούσαν, αν θυσιαζόταν με τη θέλησή της μία παρθένος από «γένος ευγενών». Η Μακαρία, κόρη του Ηρακλή και της Δηιάνειρας, θυσιάστηκε τότε θεληματικά, για να χαρίσει τη νίκη στα αδέλφια της και τους Αθηναίους.

Η επιδημία και ο χρησμός

Από τη στιγμή του θανάτου του Ευρυσθέα και της καταστροφής του στρατού του, οι Ηρακλείδες ήθελαν να επιστρέψουν στην Πελοπόννησο, από όπου καταγόταν ο Ηρακλής. Με οδηγό τον Ύλλο κατέλαβαν όλες σχεδόν τις πόλεις της. Αλλά μετά ένα χρόνο περίπου εμφανίσθηκε εκεί μία θανατηφόρα επιδημία και ο χρησμός που ζήτησαν ανέφερε πως αυτή ήταν εκδήλωση της «θείας οργής» επειδή οι Ηρακλείδες είχαν επιστρέψει πριν από τον καθορισμένο «από το πεπρωμένο» χρόνο. Υπακούοντας τότε στη «θέληση των θεών», οι Ηρακλείδες εγκατέλειψαν την Πελοπόννησο και ξαναγύρισαν στην Αττική, όπου εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Μαραθώνα.

Μόλις απέδραμαν και τα τελευταία ίχνη της τρομερής επιδημίας, ο Ύλλος κατέφυγε στο Μαντείο των Δελφών και ζήτησε χρησμό για το πότε έπρεπε να ξαναγυρίσουν στην Πελοπόννησο. Του δόθηκε τότε ο χρησμός ότι ο κατάλληλος χρόνος θα ήταν «μετά τον τρίτο θερισμό» ή «μετά την τρίτη σοδειά». Ανάμεσα σε όλους τους αδελφούς του ο Ύλλος ήταν ο πραγματικός κληρονόμος του Ηρακλή και αυτός που είχε ζήσει τον περισσότερο καιρό μαζί του και ανατράφηκε κοντά του. Για τους λόγους αυτούς ο Ύλλος είχε αναγνωρισθεί από τους Ηρακλείδες αρχηγός τους και σε αυτόν είχαν αναθέσει να τους οδηγήσει στην εστία τους. Αμέσως μετά τον χρησμό αυτόν λοιπόν, ο Ύλλος επικεφαλής των αδελφών του επεχείρησε να περάσει τον Ισθμό της Κορίνθου. Εκεί όμως συνάντησε παραταγμένο τον στρατό του Εχέμου, του βασιλιά της Τεγέας. Αντί για μάχη, προτιμήθηκε από τις δύο πλευρές μία μονομαχία ανάμεσα στους αρχηγούς τους. Σε αυτή σκοτώθηκε ο Ύλλος κι έτσι οι Ηρακλείδες επέστρεψαν πίσω.

Μετά από πολλά χρόνια, ο εγγονός του Ύλλου ο Αριστόμαχος ξαναπήγε να ρωτήσει το Μαντείο. Ο χρησμός που του δόθηκε, όπως τουλάχιστον τον κατάλαβε ο ίδιος, έλεγε ότι οι θεοί θα του χάριζαν τη νίκη αν ακολουθούσε την «ευθεία οδό». Πίστεψε ότι η φράση σήμαινε τον Ισθμό και προσπάθησε να τον περάσει, αλλά σκοτώθηκε εκεί. Οι Ηρακλείδες επέστρεψαν στη Στερεά Ελλάδα για μια ακόμα φορά.

Οι γιοί του Αριστομάχου, όταν ενηλικιώθηκαν, απέστειλαν τον πρεσβύτερό τους, τον Τήμενο, ξανά στους Δελφούς, όπου ζήτησε τον ίδιο χρησμό που ζητούσαν οι πρόγονοί του: «Πότε θα έρθει η μέρα του γυρισμού;» Επειδή ωστόσο είχε παρατηρήσει ότι οι προγόνοι του ακολούθησαν τον χρησμό και αυτός είχε σταθεί η αιτία του χαμού τους, ο Τήμενος ρώτησε επιπλέον με πίκρα τον θεό: «Γιατί;» Αυτός του αποκρίθηκε δια της Πυθίας ότι δεν ήταν δικό του το λάθος εάν οι πρόγονοί του δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν σωστά τους χρησμούς. Του εξήγησε όμως λίγο περισσότερο, ότι με τον «τρίτο θερισμό» υπονοούσε την τρίτη γενιά, και με την «ευθεία οδό» τον θαλάσσιο δρόμο ανάμεσα στις ακτές Στερεάς και Πελοποννήσου. Ο Τήμενος έμεινε ευχαριστημένος από τις διευκρινήσεις του νέου χρησμού. Ο ίδιος και τα αδέλφια του αποτελούσαν πραγματικά την τρίτη γενιά. Αμέσως οι Ηρακλείδες ξεκίνησαν να κατασκευάζουν σε μια ακτή της Λοκρίδας τα απαραίτητα για μια θαλάσσια εισβολή και απόβαση πλωτά μέσα. Στην τοποθεσία αυτή υπήρχε μια κωμόπολη που, μετά το στήσιμο των ναυπηγείων εκεί, ονομάσθηκε μέχρι σήμερα Ναύπακτος (από τη λέξη ναυς και το ρήμα πήγνυμι = κατασκευάζω). Ο μύθος μας λέει ότι το χρονικό διάστημα που οι Ηρακλείδες ανέμεναν την κατασκευή των πλοίων, ο νεότερος αδελφός του Τημένου, ο Αριστόδημος, παραφρόνησε και σκοτώθηκε. Ο θάνατός του έγινε η απαρχή μιας σειράς από κακοτυχίες για τους Ηρακλείδες. Ο Παυσανίας όμως στα Λακωνικά μας λέει ότι ο Αριστόδημος σκοτώθηκε στην Λακωνία αφού πρώτα την μοίρασε στους γιους του.

Ο μάντης Κάρνος, η δολοφονία του και ο χρησμός

Λίγο αργότερα, μια μέρα έφθασε στο στρατόπεδο των Ηρακλειδών ένας μάντης που ονομαζόταν Κάρνος και διατηρούσε φιλικές σχέσεις μαζί τους. Ωστόσο, η ψυχολογική κατάσταση στο στρατόπεδο ήταν τεταμένη και τώρα πίστεψαν ότι ερχόταν να τους «κάνει μάγια» σταλμένος από τους Πελοποννήσιους. Και ένας Ηρακλείδης, ο Ιππότης, γιος του Φύλα, τον τρύπησε με τη λόγχη του. Τότε ξέσπασε αιφνίδια θύελλα και κατέστρεψε τα πλοία που ήταν σχεδόν έτοιμα. Την επόμενη μέρα ένας λοιμός άρχισε να αποδεκατίζει το στράτευμα. Ο Τήμενος έτρεξε ακόμα μια φορά στο περιώνυμο Μαντείο των Δελφών και εξακρίβωσε από τον χρησμό ότι η θύελλα και ο λοιμός ήταν συνέπειες της θεϊκής οργής για τον φόνο του μάντη. Ο θεός προσέθεσε ότι ο φονιάς έπρεπε να εξοριστεί για 10 χρόνια και ότι οι Ηρακλείδες έπρεπε να χρησιμοποιήσουν ως οδηγό στην εκστρατεία τους «ένα πλάσμα με τρία μάτια». Ο Τήμενος υπάκουσε και εξόρισε τον Ιππότη. Τότε πέρασε από εκεί ο Όξυλος, επιστρέφοντας από την Ήλιδα στην πατρίδα του, την Αιτωλία, καβάλα στο άλογό του. Ο Όξυλος ήταν μονόφθαλμος και οι Ηρακλείδες θεώρησαν ότι το μάτι του μαζί με τα δύο του αλόγου του συνιστούσαν τα τρία μάτια του «πλάσματος» που έπρεπε να χρησιμοποιήσουν. Τον πήραν έτσι ως οδηγό για την επάνοδό τους στην Πελοπόννησο, αφού ο Όξυλος δέχθηκε με τον όρο ότι θα τον βοηθούσαν να καταλάβει τον θρόνο της Ήλιδας.

Μετά από όλα αυτά οι Ηρακλείδες αποβιβάσθηκαν στην Πελοπόννησο και υπέταξαν τους κατοίκους της ύστερα από αρκετές μάχες. Ως επιστέγασμα της τελικής και οριστικής επικρατήσεώς τους ίδρυσαν ένα βωμό του «Διός Πατρώου».

Στη συνέχεια οι Ηρακλείδες μοιράσθηκαν μεταξύ τους τις διάφορες περιοχές-βασίλεια της Πελοποννήσου. Υποστηρίζεται πάντως από τους μυθογράφους ότι μόνο τρεις μεγάλες περιοχές μοιράσθηκαν: Η Αργολίδα, η Μεσσηνία και η Λακωνία. Η ορεινή Αρκαδία δεν κατακτήθηκε ποτέ από τους Ηρακλείδες, καθώς εξαιτίας υποτίθεται και πάλι ενός χρησμού αναγκάσθηκαν να κλείσουν ειρήνη με τους Αρκάδες. Την αιτία όμως αυτής της ειρήνης ο κάθε μυθογράφος τη θεωρεί διαφορετική και φαίνεται λογικό το ότι απλώς οι νέοι κατακτητές δεν θα είχαν κανένα όφελος από την καταπόνηση των στρατευμάτων τους για την κατάκτηση της πιο ορεινής και άγονης περιοχής της Πελοποννήσου.

 

 

Νεότερη άποψη επιστημονικά τεκμηριωμένη, δεν δέχεται τη θεωρία της καθόδου των Δωριέων, την είσοδό τους δηλαδή στον ελληνικό κορμό από τη βορειοδυτική Ελλάδα. Αντίθετα, υποστηρίζει ότι οι Δωριείς ήταν ένα ελληνικό ποιμενικό φύλο που κατοικούσε σε ορεινές περιοχές της Ελλάδας και το οποίο μετά τη διάλυση του μυκηναϊκού κόσμου βρήκε την ευκαιρία να κατέβει σε περιοχές πεδινές και να τις καταλάβει.

Πρώτος ελληνικός αποικισμός
11ος – 9ος αι. π.Χ.

Γύρω στα 1050 π.Χ. Ίωνες μετανάστες έφθασαν στα καρικά παράλια (απέναντι απο τα Δωδεκάνησα) και κατέλβαν τη Μίλητο, η οποία ήταν ελληνική αποικία ήδη από τη Μυκηναϊκή εποχή. Την ίδια περίπου εποχή, αιολόφωνοι, υπό την πίεση των Θεσσαλών και των Μαγνήτων, εγκατέλειψαν τους τόπους τους και εγκαταστάθηκαν στην Τένεδο, τη Λέσβο και στα απέναντι μικρασιατικά παράλια [πηγή: ΙΕΕ, τ. Β].

Στα μέσα του 10ου αιώνα π.Χ., η συνεχής επέκταση των Δωριέων στην Πελοπόννησο προκάλεσε προσφυγικά ρεύματα προς τη Μικρά Ασία (όπως Πύλιοι που εγκαταστάθηκαν στην Κολφώνα). Την ίδια περίπου περίοδο και έως το 800 π.Χ., Δωριείς αποίκισαν την Κρήτη και το νοτιοανατολικό Αιγαίο [πηγή: ΙΕΕ, τ. Β].

Τα ελληνικά φύλα από τα μέσα περίπου του 11ου αι. π.Χ. μέχρι και τον 9ο αι. π.Χ. εξαπλώθηκαν, με γέφυρα τα νησιά του Αιγαίου, στις δυτικές ακτές της Μ. Ασίας. Οι μεταναστευτικές αυτές κινήσεις είναι γνωστές ως πρώτος ελληνικός αποικισμός.

  • Αιολείς (που μιλούσαν την αιολική διάλεκτο) μετακινήθηκαν από τη Θεσσαλία στα νησιά Τένεδο και Λέσβο και στα απέναντι παράλια της Μ. Ασίας, στην περιοχή που ονομάστηκε Αιολίς.
  • Ίωνες, από τη βορειοανατολική Πελοπόννησο, την Αττική, την Εύβοια μετακινήθηκαν προς τη Σάμο, τη Χίο και τις απέναντι ακτές της Μ. Ασίας, όπου ίδρυσαν δώδεκα νέες πόλεις. Αυτές οι πόλεις στη συνέχεια συγκρότησαν θρησκευτική ένωση, το Πανιώνιο, με κέντρο το ιερό του Ποσειδώνα, στο ακρωτήριο της Μυκάλης. Η δυτική ακτή της Μ. Ασίας έμεινε γνωστή με το όνομα Ιωνία.
  • Τέλος, Δωριείς μετακινήθηκαν (όχι ως προσφυγικές ομάδες) από τη Λακωνία, την Επίδαυρο, την Τροιζήνα και εγκαταστάθηκαν στη Μήλο, τη Θήρα, την Κρήτη και στη συνέχεια στη Ρόδο, την Κω και στις νοτιοδυτικές ακτές της Μ. Ασίας. Οι πόλεις Ιαλυσός, Κάμιρος και Λίνδος της Ρόδου, η πόλη της Κω, καθώς και η Κνίδος και η Αλικαρνασσός στη Μ. Ασία συγκρότησαν στη συνέχεια θρησκευτική ένωση, γνωστή ως δωρική εξάπολη ή Δωρίδα, με κέντρο το ιερό του Απόλλωνα, στο Τριόπιο ακρωτήριο της Κνίδου.

Όλα τα ελληνικά φύλα που μετανάστευσαν απέκτησαν γρήγορα μόνιμη εγκατάσταση στους νέους τόπους και προοδευτικά επεκτάθηκαν στην ενδοχώρα. Σε ορισμένες περιπτώσεις αναμείχθηκαν μεταξύ τους αλλά και με τους γηγενείς πληθυσμούς.

Γεωγραφική κατανομή των αρχαιοελληνικών διαλέκτων.
Διακρίνονται οι περιοχές εγκατάστασης των ελληνικών φύλων
στην ακτή της Μικράς Ασίας (= Αιολίς, Ιωνία και Δωρίδα) και στην Κύπρο
[πηγή: wikimedia]

Οικονομική, κοινωνική και πολιτική οργάνωση

Η οικονομία

Τα χαρακτηριστικά της οινονομίας κατά την εποχή αυτή είναι:

  • Πρόκειται για μια κλειστή αγροτική οικονομία, με κύρια πηγή οικονομικής ανάπτυξης τη γη.
  • Η συγκρότηση γίνεται με βάση τον οίκο (ευρεία οικογένεια και εξαρτώμενα από αυτήν μέλη) που επιτελεί όλες τις παραγωγικές εργασίες.
  • Όλα τα παραγόμενα αγαθά, κυρίως γεωργικά και κτηνοτροφικά, καταναλώνονταν στο πλαίσιο του οίκου.
  • Τρόποι αναπλήρωσης της έλλειψης αγαθών: ανταλλακτικό εμπόριο μεταξύ των οίκων, με ανταλλαγή δώρων, με τον πόλεμο και την πειρατεία.
  • Μέτρο αναφοράς για την αξιολόγηση των ανταλλασσόμενων αγαθών ήταν το βόδι ή τα δέρματα ζώων, τα μέταλλα κι ακόμα οι δούλοι.
  • Το εξωτερικό εμπόριο, κυρίως για την προμήθεια μετάλλων και δούλων, διεξαγόταν από τους Φοίνικες.
Πηγή: Ανταλλαγές αγαθών στην Ομηρική εποχή

Έτσι σα μίλησαν, απήδηξαν από τ’ αμάξια κάτω,
δώσαν τα χέρια τους κι ορκίστηκαν πιστή φιλιά κι αγάπη.
Τότε του Γλαύκου επαρασάλεψε τα φρένα ο γιος του Κρόνου,
που τ’ άρματα του πήγε κι άλλαξε με του τρανού Διομήδη,
χρυσά με χάλκινα, εκατόβοδα μ’ εννιάβοδα μονάχα.
Ιλιάδα, Ζ, 232-236 μετ. Ν. Καζαντζάκη-Ι. Κακριδή.

Εκείθε οι Αργίτες οι μακρόμαλλοι ψώνιζαν το κρασί τους,
κι έδινε ποιος χαλκό, ποιος σίδερο στραφταλιστό, ποιος πάλε
με βόδια ζωντανά του τ’ άλλαζε ποιος με βοδιώ τομάρια,
ποιος και με σκλάβους, κι έτσι εχαίρουνταν πλούσιο τραπέζι πάντα.
Ιλιάδα, Η, 472-475 μετ. Ν. Καζαντζάκη-Ι. Κακριδή.

 

 

Πηγή: Ομηρικός οίκος

Τι είναι ο οίκος; Η λέξη αποδίδεται πολλές φορές με τον όρο «οικογένεια». Όμως η απόδοση αυτή είναι πολύ στενή και θα μπορούσε να οδηγήσει σε εσφαλμένα συμπεράσματα. Ο οίκος, ακόμη και από την άποψη του αριθμού των ανθρώπων, είναι κάτι πολύ περισσότερο από οικογένεια με τη σημερινή σημασία της λέξης (δηλαδή, την ομάδα που αποτελείται από τους γονείς και τα παιδιά, την «πυρηνική» οικογένεια)… Αλλά περιλαμβάνει επίσης όλα εκείνα τα άτομα –είτε πρόκειται για ελεύθερους είτε για δούλους– τα οποία εξαρτώνται άμεσα από τον επικεφαλής του οίκου (όλους εκείνους τους υπηρέτες στους οποίους έχουν ανατεθεί τα πολλά και διάφορα καθήκοντα που απαιτούνται από την οικονομική ζωή του οίκου…). Με άλλα λόγια, ο οίκος με την καθαρά «ανθρώπινη» μορφή του δεν είναι ένας θεσμός που βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στη συγγένεια.

Ωστόσο η έννοια του οίκου καλύπτει πολύ περισσότερα από μιαν απλή ομάδα ανθρώπων. Ο οίκος περιλαμβάνει και περιουσιακά στοιχεία κάθε είδους, τα οποία στην πράξη δεν μπορούν να χωριστούν από την ανθρώπινη ομάδα, αφού εξασφαλίζουν την υλική της ύπαρξη. Επομένως η γη, τα κτίρια, τα ζώα, τα κάθε είδους αποθέματα, ο εξοπλισμός και ούτω καθεξής αποτελούν όλα μέρος του οίκου.

Μ.Μ. Austin, P. Vidal-Naquet
Οικονομία και κοινωνία στην αρχαία Ελλάδα.
μετ. Τ. Κουκουλιός, εκδ. Δαίδαλος, σ. 67.

Πήλινη λάρνακα με ομοιώματα σιταποθηκών
από τάφο πλούσιας Αθηναίας κυρίας
στον Άρειο Πάγο. Μέσα 9ου αιώνα π.Χ.
[πηγή: Μουσείο Αρχαίας Αγοράς, Αθήνα].
Χάλκινο ειδώλιο φοράδας με το πουλάρι της. Άγνωστη προέλευση. Αργίτικου εργαστηρίου. Μέσα 8ου αι. π.Χ. Η έννοια της μητρότητας και ο ίππος, σύμβολο των προνομιούχων στρωμάτων της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας και αγαπημένο ζώο θεών και ηρώων, έχουν αποδοθεί αφαιρετικά
[πηγή: Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών].

Χάλκινη οκτώσχημη πόρπη. Από τη Μακεδονία.
8ος -7ος αι. π.Χ. Οι οκτώσχημες πόρπες ήταν συνήθη αναθήματα σε ιερά ή κτερίσματα τάφων
σε Μακεδονία, Ήπειρο, Κεντρική Ελλάδα
και Πελοπόννησο
[πηγή: Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών].

Χάλκινο ειδώλιο βοδιού. 8ος αι. π.Χ.
[πηγή: Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών].

 Xάλκινο ειδώλιο πολεμιστή. Από την Καρδίτσα Θεσσαλίας. Περί το 700 π.Χ. Φοράει κωνικό κράνος, περίτεχνη ζώνη από επάλληλους δακτυλίους και έχει στην πλάτη κρεμασμένη με τον τελαμώνα βοιωτική οκτώσχημη ασπίδα. Τονίζονται υπερβολικά ο λαιμός, τα γεννητικά όργανα και οι κνήμες, προβάλλοντας το στιβαρό ανδρικό σώμα και τη δύναμη ενός ξεχωριστού πολεμιστή. Πιθανότατα παριστάνει έναν γενναίο ήρωα (κατά μία ερμηνεία τον Aχιλλέα) [πηγή: Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών].

Η κοινωνία

Η οργάνωση του οἴκου

  • Βασική μονάδα κοινωνικής συγκρότησης στις πρώιμες αυτές κοινωνίες είναι ο οίκος.
  • Tα μέλη του οίκου, που συνδέονταν με συγγενικούς δεσμούς, γίνονταν κάτοχοι της γης και αποκτούσαν οικονομική ισχύ.
  • Η κοινωνική και οικονομική οργάνωση του οίκου συγκροτείται από:
    • τους αρίστους (ευγενείς), που έχουν άμεσους συγγενικούς δεσμούς και τους γνωρίζουμε από τις διηγήσεις του Ομήρου.
    • το πλήθος, πολλοί άνθρωποι που δεν είχαν άμεσους συγγενικούς δεσμούς με τους ευγενείς αλλά βρίσκονταν σε καθεστώς εξάρτησης από τον οίκο.
    • τους δημιουργούς, δηλαδή τους τεχνίτες, όπως ο ξυλουργός, ο αγγειοπλάστης, ο χαλκουργός κ.ά., που ήταν οικονομικά εξαρτημένοι από τον οίκο/ή οίκους της περιοχής.
    • τους δούλους που αποτελούσαν περιουσιακό στοιχείο του οίκου.

Αναπαράσταση και κάτοψη της επιβλητικής αψιδωτής οικίας στα Νιχώρια Μεσσηνίας, με τριμερή διαίρεση και δίρριχτη στέγη, που χρησιμοποιήθηκε όλον τον 10ο και 9ο αιώνα π.Χ. Θεωρήθηκε ως κατοικία του άρχοντα του οικισμού.

Αναπαράσταση οικιών από την Ερέτρια της Γεωμετρικής εποχής. Τα σπίτια της εποχής ποικίλουν από τα σπάνια κυκλικά μέχρι τα ωοειδή, τα αψιδωτά και, από τον 8ο αιώνα π.Χ., τα συνηθέστερα ορθογώνια. Ήταν κτισμένα σχεδόν πάντα με πλίθρες πάνω σε λίθινο τοιχοβάτη και είχαν δίρριχτη στέγη από χόρτα και κλαδιά. Εσωτερικά διέθεταν κτιστά έδρανα κατά μήκος των τοίχων, λειτουργώντας πιθανώς ως κρεββάτια, καθίσματα ακόμη και ως στηρίγματα για διάφορα αντικείμενα. Ωστόσο υπήρχαν ξύλινα κρεββάτια, σκαμνιά και κιβώτια. Μεγάλα αγγεία ή κοιλώματα στο δάπεδο επενδεδυμένα με σχιστόπλακες χρησίμευαν ως αποθηκευτικοί χώροι. Εστίες εξυπηρετούσαν τόσο στο μαγείρεμα, όσο και στη θέρμανση. Η θύρα και κάποια παράθυρα εξασφάλιζαν τον απαραίτητο αερισμό των σπιτιών αυτών. Ανοιχτοί χώροι ανάμεσα στα σπίτια θα λειτουργούσαν ως χώροι συγκέντρωσης των κατοίκων, ως μια πρώιμη μορφή αγοράς.

Ο οχυρωμένος οικισμός της Ζαγοράς Άνδρου (δεξιά) και αναπαράσταση (τομή) οικίας του οικισμού. Ο οικισμός που κατοικήθηκε λίγο πριν το 800 μέχρι το 700 π.Χ., είναι τυπικό παράδειγμα οχυρωμένου οικισμού στο Αιγαίο κατά τα Γεωμετρικά χρόνια. Πρόκειται για αρκετά επίπεδη, φυσικά οχυρή έκταση στην κορυφή του λόφου. Το ύψωμα πέφτει απότομα προς τη θάλασσα από τις τρεις πλευρές και μόνο ανατολικά συνδέεται με έναν στενό λαιμό με την ξηρά, τον οποίον οχύρωσαν οι κάτοικοι. Τα σπίτια είναι ορθογώνια με επίπεδες στέγες, παρόμοια με τα σπίτια στα σημερινά χωριά των Κυκλάδων.

Οικίες από τη Σμύρνη της Γεωμετρικής εποχής:
α) ορθογώνια, β) ωοειδής και γ) κυκλική.

Η ζωή στο Λευκαντί

Μια ακμαία κοινότητα στην Εύβοια του 10ου αιώνα π.Χ.

Αξονομετρικό σχέδιο και κάτοψη του μνημειακού οικοδομήματος – ηρώου – στο Λευκαντί Εύβοιας.
10ος αιώνας π.Χ.

Ο χάλκινος κυπριακός κρατήρας, που περιείχε το ύφασμα
και τα καμένα οστά του «άρχοντα» από το Ηρώον της Τούμπας.
Αρχαιολογικό Μουσείο Χαλκίδας.

Λίγο μετά το 1000 π.Χ., μια μικρή κοινότητα στο Λευκαντί της Εύβοιας οργανώνεται και κτίζει ένα σημαντικό για την εποχή οικοδόμημα. Πρόκειται για ένα αψιδωτό οικοδόμημα, εντυπωσιακών διαστάσεων, στο νεκροταφείο της Τούμπας, στο Λευκαντί. Έχει μήκος 50 μ. και πλάτος 10 μ. και βρέθηκε καλυμμένο από τύμβο κατασκευασμένο από πλίθρες. Ξύλινη κεντρική κιονοστοιχία στήριζε τη στέγη, ενώ εξωτερικές σειρές υποστυλωμάτων σχημάτιζαν ένα είδος κιονοστοιχίας στις δύο μακρές πλευρές του. Στον μέσο του κεντρικού χώρου υπήρχαν δύο ορύγματα: στο ένα ήταν θαμμένα τρία ή τέσσερα άλογα, και στο άλλο γυναικεία ταφή και ανδρική καύση. Η τέφρα του νεκρού είχε τοποθετηθεί σε έναν κρατήρα από την Κύπρο, με μια χάλκινη φιάλη ως πώμα. Εκτός από τα όπλα του νεκρού μέσα στον ίδιο κρατήρα, βρέθηκε τμήμα κροσσωτού ενδύματος, ίσως από την Κύπρο, του παλαιότερου υφάσματος που σώθηκε στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με μία θεωρία, το οικοδόμημα ήταν η κατοικία του άρχοντα της περιοχής και της οικογένειάς του. Μετά τον θάνατό του τάφηκε, μαζί με τη σύζυγό του, στον κεντρικό χώρο της οικίας. Το κτήριο κατεδαφίστηκε και μετατράπηκε σε τύμβο και ηρώο. Μέχρι το τέλος του 9ου αιώνα π.Χ. οι νεκροί ετιμώντο ως ήρωες και ο χώρος γύρω από τον τάφο/ηρώο χρησιμοποιήθηκε ως νεκροταφείο των απογόνων τους.

Ύφασμα και υφασμάτινη ταινία από την ταφή άνδρα, που βρέθηκαν στο Ηρώον της Τούμπας  στο Λευκαντί Ευβοίας. Αρχαιολογικό Μουσείο Χαλκίδας.

Η πολιτική οργάνωση

1. Φυλετικό κράτος:  πρώτη μορφή ελληνικής πολιτικής οργάνωσης.

  • Γένεση του φυλετικού κράτους:
    • γένη (βάση συγγένειας) —-> φρατρίες —-> φυλή

Φυλετικό κράτος επίσης μπορούσε να προκύψει από τη διάσπαση ενός φύλου ή ακόμα από την ένωση περισσοτέρων φυλών του ίδιου φύλου.

2. Πολιτική οργάνωση του φυλετικού κράτους:

  • Διάρθρωση του φυλετικού κράτους:
    • Βασιλεύς: οι φυλετικοί αρχηγοί εξελίχθηκαν σε κληρονομικούς βασιλείς. Ο βασιλιάς ήταν ο αρχηγός του στρατού σε εποχή πολέμου και ο κυβερνήτης με θρησκευτική και δικαστική εξουσία σε περίοδο ειρήνης.
    • Βουλή των γερόντων: δίπλα στον βασιλιά υπήρχε ένα συμβούλιο που αποτελούνταν από τους αρχηγούς των ισχυρών γενών, οι οποίοι ονομάζονταν και αυτοί βασιλείς. Το συμβούλιο αυτό των ευγενών βαθμιαία περιόρισε τη βασιλική εξουσία.
    • Εκκλησία του δήμου: το πλήθος, κυρίως οι πολεμιστές, που συγκαλείται σε κρίσιμες περιστάσεις.
Πηγή: Η διάκριση ανάμεσα στους ευγενείς και το πλήθος

Άλλη μια περίπτωση που ο λαός καλείται να αντιταχθεί στη γνώμη ενός βασιλιά ή ενός ήρωα συναντούμε στην Οδύσσεια. Εκεί ο σοφός Μέντωρ, όταν έρχεται η σειρά του να μιλήσει, καλεί το λαό της Ιθάκης, που έχει συναχθεί στην αγορά, να στραφεί εναντίον των μνηστήρων:

«όσο με τον υπόλοιπο λαό αγανακτώ, μ᾽ όλους εσάς
που αμίλητοι μου κάθεστε, που δεν ελέγχετε λίγους μνηστήρες με τα λόγια σας,
που δεν τους αντιστέκεστε, τόσο πλήθος που ’σαστε»
(β 239-41).

Με την έκφραση «τόσο πλήθος που ’σαστε» διατυπώνεται ουσιαστικά για πρώτη φορά η αρχή της πλειοψηφίας, που θα αποτελέσει αργότερα το θεμέλιο λίθο της αθηναϊκής δημοκρατίας του 5ου αιώνα.

Cl. Mosse, Η αρχαϊκή Ελλάδα, μετ. Στρ. Πασχάλης, εκδ. ΜΙΕΤ, σ. 103.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στο πλαίσιο των ομηρικών κοινωνιών διαμορφώθηκαν όλοι εκείνοι οι θεσμοί που οδήγησαν από τα μέσα του 8ου αι. π.Χ. στην πολιτική συγκρότηση των ελληνικών κοινωνιών. Εδώ συναντούμε το πρώτο στάδιο πολιτικής οργάνωσης, που αργότερα θα εξελιχθεί μέσα στο πλαίσιο των ελληνικών πόλεων-κρατών.

 

Γένος

Τα μέλη ενός γένους προσδιορίζονταν με τις εξής ονομασίες: ὁμογάλακτες, γεννῆται, ὁμοσίππυοι, ὁμόκαποι, δηλώνοντας τα βασικά γνωρίσματα του γένους. Απαρτίζονταν από ομόαιμους που είχαν έναν κοινό πρόγονο, έτρωγαν από την ίδια χύτρα και ενέπνεαν τον ίδιο καπνό, στοιχεία που προϋπέθεταν κοινή διαμονή. Άλλα διακριτικά γνωρίσματα του γένους ήταν οι κοινές θρησκευτικές τελετές, κοινός τρόπος ταφής, η συλλογική εργασία. Το γένος είχε τον αρχηγό του, ο οποίος αρχικά εκλεγόταν από τα μέλη του γένους. Αργότερα έγινε κληρονομικός αλλά αναγορευόταν από το ίδιο σώμα. Ο αρχηγός του γένους ήταν υπεύθυνος για τη λατρεία του κοινού προγόνου και τη διατήρηση της αλληλεγγύης του γένους. Το κάθε άτομο ήταν εξαρτημένο από το γένος και υπεύθυνο για τη συμπεριφορά του απέναντι στον αρχηγό, ο οποίος ήταν γνώστης των θεμίστων, των άγραφων διατάξεων, που θεμελίωναν την εσωτερική πειθαρχία του γένους, και αποτελούσαν τον κώδικα της θέμιδος.

Φρατρία

Η φρατρία ήταν συνδετικός κρίκος, βρισκόμενη ενδιάμεσα στο γένος και στη φυλή. Σχηματίστηκαν από τη συνένωση γενών με συγγενικούς δεσμούς. Κατά τον Δικαίαρχο, η συγκρότηση των φρατριών οφείλεται στο ό,τι απαγορευόταν σε αυτές η ενδογαμία και οι κόρες δίδονταν να παντρευτούν σε άλλο γένος.  Η λ. φρατρία (<φράτρα) σημαίνει αδελφότητα αλλά έχοντας στους Έλληνες πάντα πολιτική σημασία. Κατά τους Ομηρικούς χρόνους δηλώνει τον συγγενή λαό που κατάγεται από τον ίδιο γενάρχη [στον Ηρόδοτο χρησιμοποιείται για να δηλώσει τη βασιλική οικογένεια (1, 125)]. Κατά τους ιστορικούς χρόνους φρατρία καλείτο η πολιτική διαίρεση του λαού, της οποίας η πρώτη αρχή αναγόταν σε δεσμούς συγγένειας. Στην Αθήνα υπήρχε συναντάται το φράτριος (-α) ως επίθετο του Διός και της Αθηνάς, προστατών των φρατριών. Στην Αγορά της Αθήνας υπήρχε και μικρός ναός αφιερωμένος στους δύο αυτούς θεούς (πλάι στον ναό του Πατρώου Απόλλωνος).

Φυλή

Με την αύξηση του πληθυσμού, πολλές φρατρίες και επομένως πολλά γένη μαζί συνενώθηκαν και συγκρότησαν τη φυλή. Πρόκειται για άθροισμα ανθρώπων που διακρίνονται από άλλους, με βάση μια υποτιθέμενη συγγένεια και κοινή καταγωγή. Η φυλή είχε τη δική της εδαφική περιοχή, που περιελάμβανε την καλλιεργήσιμη γη των γενών, που συγκροτούσαν τη φυλή, τη χέρσα γη, που ανήκε συλλογικά σε όλα τα μέλη της φυλής, και τα ιερά τεμένη. Κάθε φυλή είχε τον αρχηγό της που εκλεγόταν από τους άνδρες που ήταν ικανοί να φέρουν όπλα και συγκροτούσαν τη συνέλευση των πολιτών. Ο αρχηγός, εκτός από στρατιωτική, είχε και θρησκευτική εξουσία και διαιτήτευε στις διαφορές που δεν μπορούσαν να επιλύσουν τα γένη. Ανάμεσα στον αρχηγό και τη συνέλευση των πολεμιστών, υπήρχε το συμβούλιο της φυλής που το συγκροτούσαν οι αρχηγοί των γενών και των φρατριών.

Αττική υστερογεωμετρική πυξίδα με τέσσερα άλογα στο πώμα. Από τον Κεραμεικό. 750-735 π.Χ.
[πηγή: Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών].

Πολιτισμός

Η αλφαβητική γραφή

Μετά την πτώση των μυκηναϊκών ανακτόρων, η δύσκολη γραμμική Β γραφή, την οποία γνώριζαν να χρησιμοποιούν λίγοι γραφείς, λησμονήθηκε. Για τρεις περίπου αιώνες οι Έλληνες δε χρησιμοποίησαν γραφή. Ωστόσο, στα τέλη του 9ου αι. π.Χ. ή στις αρχές του 8ου αι. π.Χ. επανεμφανίζεται η γραφή στον ελλαδικό χώρο. Τα σύμβολα της γραφής δεν αποδίδουν πλέον συλλαβές αλλά φθόγγους. Η ελληνική αλφαβητική γραφή προέκυψε κατά τρόπο αφομοιωτικό από το φοινικικό αλφάβητο. Οι Έλληνες προσάρμοσαν τα σύμβολα στις φωνητικές αξίες της ελληνικής γλώσσας και επιπλέον πρόσθεσαν τα φωνήεντα που έλειπαν από το φοινικικό αλφάβητο. Έτσι έγιναν οι δημιουργοί του πρώτου πραγματικού αλφαβήτου.

Γεωγραφική κατανομή των ομάδων ελληνικών αλφαβήτων [πηγή: wikimedia]:

  • Η Πράσινη ομάδα αλφαβήτων (ή και Νότια) είναι η αρχαιότερη.
  • Η Ερυθρά  Δυτική) είναι αυτή η οποία αποτέλεσε τη βάση του λατινικού αλφαβήτου και μεταδόθηκε στη Δύση.
  • Η Κυανή ομάδα (Ανοικτή και Σκοτεινή Κυανή), είναι αυτή από την οποία εξελίχθηκε αργότερα το καθιερωμένο ελληνικό αλφάβητο.

 Το φοινικικό αλφάβητο (1η στήλη) και τα σχήματα των ελληνικών γραμμάτων σε μερικά αρχαία ελληνικά αλφάβητα.

Οι αρχαιότερες ελληνικές επιγραφές

Κοτύλη του Νέστορα

Στις Πιθηκούσσες (σημ. Ίσκια) βρέθηκε η πήλινη κοτύλη του 720-710 π.Χ., γνωστή ως «κοτύλη του Νέστορα», που επιβεβαιώνει τη διάδοση της γραφής των Ευβοέων στην Κάτω Ιταλία. Πιστεύεται ότι κατασκευάστηκε σε εργαστήριο της Ρόδου και ότι συνόδευσε ένα αγοράκι στον τάφο του αφού χαράχτηκε με την επιγραφή αυτή που κάνει αναφορά στο χρυσό κύπελο του Νέστορα της Ιλιάδας. Η έμμετρη ιωνική και «επί τα λαιά» επιγραφή δεν φαίνεται ακέραια καθώς έχουν χαθεί κάποια θραύσματα της κοτύλης:

ΝΕΣΤΟΡΟΣ [ΕΙΜΙ] ΕΥΠΟΤ[ΟΝ] ΠΟΤΕΡΙΟ[Ν]
ΗΟΣ ΔΑ[Ν] ΤΟΔΕ Π[ΙΕΣΙ] ΠΟΤΕΡΙΟ[Υ] ΑΥΤΙΚΑ ΚΕΝΟΝ
ΗΙΜΕ[ΡΟΣ ΗΑΙΡ]ΕΣΕΙ : ΚΑΛΛΙΣΤ[ΕΦΑΝ]Ο ΑΦΡΟΔΙΤΕΣ

Νέστορος εἰμί εὔποτον ποτήριον·
ὃς δ’ ἂν τοῦδε πίησι ποτηρίου αὐτίκα κῆνον
ἵμερος αἱρήσει καλλιστεφάνου Ἀφροδίτης»

«Του Νέστορα είμαι το καλόπιοτο ποτήρι·
κι όποιος πιει από το ποτήρι αυτό, αμέσως
θα κυριευτεί από πόθο για την καλλιστέφανη Αφροδίτη»

Η κοτύλη του Νέστορα
και η επιγραφή που φέρει,
720-710 π.Χ.
Αρχαιολογικό Μουσείο Νάπολης.

Οινοχόη του Διπύλου

Μια οινοχόη που βρέθηκε στο Δύπυλο, στον Κεραμεικό της Αθήνας και χρονολογείται περίπου το 740 π.Χ. φέρει την αρχαιότερη μορφή ελληνικής γραφής μετά την ανακάλυψη του κυπέλλου του Νέστορα. Στη βάση του λαιμού φέρει επίγραμμα σε δύο στίχους χαραγμένο με σκληρό αντικείμενο.

Ο πρώτος στίχος παραπέμπει σε ένα είδος ανταγωνισμού μεταξύ χορευτών, ενώ ο δεύτερος, πιθανότατα ελλιπής, δεν έχει ακόμη ερμηνευτεί: πιθανότατα αναφέρει ότι η οινοχόη ήταν το βραβείο που φυλάσσονταν στον πιο επιδέξιο χορευτή:

hός νῦν ὀρχηστῶν πάντων ἀταλότατα παίζει
τοτοδεκαλμιν

«Όποιος τώρα από όλους τους χορευτές χορέψει με περισσότερη χάρη»

Η οινοχόη του Διπύλου
και η επιγραφή που φέρει,
740 π.Χ.
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.

Ναοί και ιερά

Την ομηρική εποχή δημιουργήθηκαν τα πρώτα ιερά, τα οποία σταδιακά απέκτησαν πανελλήνιο χαρακτήρα. Παράλληλα με τις τοπικές λατρείες παγιώθηκαν οι θρησκευτικές αντιλήψεις που συγκρότησαν το ολυμπιακό δωδεκάθεο.

Τα ιερά των πρώιμων ιστορικών χρόνων δεν θυμίζουν σε τίποτε εκείνα της κλασικής περιόδου. Φαίνεται ότι στους ομηρικούς χρόνους η λατρεία ήταν υπαίθρια και γινόταν γύρω από κάποιον βωμό. Ο ναός, ως κτήριο προορισμένο κατά κύριο λόγο για τη στέγαση του λατρευτικού αγάλματος, εμφανίζεται από το 800 π.Χ. Οι ναοί ανήκουν σε τρεις τύπους, που αντιστοιχουν σε τρεις τύπους σπιτιών: 1) τον ορθογώνιο, 2) το αψιδωτό οικοδόμημα και 3) το μεγαρόσχημο, ορθογώνιο οικοδόμημα, που είναι εξέλιξη του μυκηναϊκού μεγάρου.

Το Δελφίνιο της Δρήρου στην Κρήτη είναι ένα μονόχωρο ορθογώνιο οικοδόμημα, με την είσοδο στη στενή πλευρά και τοίχους κτισμένους με σχετικά προσεγμένη λιθοδομή. Δύο στηρίγματα εσωτερικά στήριζαν τη στέγη, ανάμεσα στους οποίους υπήρχε κτιστή εσχάρα (εστία), όπου καίγονταν οι προσφορές. Ο καπνός διέφευγε από ένα οπαίο (άνοιγμα στη στέγη) ακριβώς πάνω από την εστία. Στην πίσω δεξιά γωνία υπήρχε κτιστό θρανίο για τις προσφορές των πιστών (βρέθηκαν χάλκινα και πήλινα αναθήματα επάνω του). Ανάμεσα στο περιεχόμενό του ήταν τρία σφυρήλατα αγάλματα που ερμηνεύονται ως απεικονίσεις του Απόλλωνα, της Λητούς και της Αρτέμιδος, γι’ αυτό ο ναός θεωρείται Δελφίνιο.

Δελφίνιο της Δρήρου.
Αναπαράσταση του εσωτερικού.

Ιδιαίτερα διαδεδομένος στην κυρίως Ελλάδα κατά τους χρόνους αυτούς ήταν ο αψιδωτός τύπος ναού. Από τα παλαιότερα παραδείγματα είναι ο ναός της Ήρας Ακραίας στην Περαχώρα, που ιδρύθηκε γύρω στο 800 π.Χ. Ανάμεσα στα αναθήματα που βρέθηκαν στον ναό είναι ένα πήλινο ομοίωμα οικίσκου, υστερογεωμετρικών χρόνων, που θεωρείται απομίμηση του πραγματικού ναού.

Σχεδιαστική αναπαράσταση του πήλινου ομοιώματος οικίσκου, που βρέθηκε
στον ναό της Ήρας Ακραίας στην Περαχώρα.

Τα τρία σφυρήλατα αγάλματα που βρέθηκαν
στο Δελφίνιο της Δρήρου.
Ηράκλειο, Αρχαιολογικό Μουσείο.

Επική ποίηση

Στα πολιτιστικά επιτεύγματα της περιόδου περιλαμβάνονται η προφορική διαμόρφωση της πρώτης ελληνικής ποίησης, της επικής ποίησης,
και τα έργα της τέχνης, κυρίως της κεραμικής και της μικροτεχνίας.

Από τη μυκηναϊκή ήδη εποχή πρέπει στον ελλαδικό χώρο να είχαν δημιουργηθεί τραγούδια με ηρωικό περιεχόμενο. Τα τραγούδια αυτά φαίνεται ότι αποτέλεσαν το υπόβαθρο, το οποίο αργότερα οι Έλληνες των αποικιών της Μ. Ασίας χρησιμοποίησαν για να συγκροτήσουν γύρω από δύο διαφορετικά θέματα τα ομηρικά έπη. Το περιεχόμενο των τραγουδιών ήταν γνωστό στους ποιητές των ομηρικών χρόνων, τους ραψωδούς, οι οποίοι το τραγουδούσαν προσθέτοντας πολλές φορές καινούργια στοιχεία για να διασκεδάσουν το λαό στα πανηγύρια ή τους ευγενείς στα μέγαρά τους. Η παράδοση θέλει ως δημιουργό των δύο επών τον Όμηρο, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα συνέθεσε την Ιλιάδα στην πρωταρχική της μορφή στα μέσα περίπου του 8ου αι. π.Χ. Η σύνθεση της Οδύσσειας τοποθετείται στα τέλη του 8ου αι. π.Χ. ή στις αρχές του 7ου αι. π.Χ.

Κυκλαδικός ταφικός πιθαμφορέας, στον οποίο συναντούμε την πρωιμότερη μνημειακή εικόνα της άλωσης της Τροίας και μια από τις σπάνιες πρώιμες αναπαραστάσεις του δούρειου ίππου (8ος-7ος αι. π.Χ.). Παρουσιάζεται πελώριος, με τροχούς και μια σειρά από ανοίγματα, παράθυρα ή θύρες. Φαίνονται εφτά Αχαιοί μέσα στο άλογο. Μερικοί ετοιμάζονται να κατεβούν βγάζοντας πρώτα τα χέρια τους με τα όπλα από τα ανοίγματα.
Αρχαιολογικό Μουσείο Μυκόνου.

Γεωμετρική τέχνη

Η τέχνη των ομηρικών χρόνων ονομάστηκε συμβατικά από τους ερευνητές γεωμετρική. Η ίδια ονομασία χρησιμοποιείται πολλές φορές για να χαρακτηρίσει την ίδια την εποχή, εξαιτίας των γεωμετρικών σχεδίων που κυριάρχησαν στη διακόσμηση των αγγείων αλλά και στην κατασκευή των έργων της μικροτεχνίας.

Αττικός κρατήρας από τον Κεραμεικό (Δίπυλο).
Του Ζωγράφου του Hirschfeld. 750-735 π.Χ.
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.

Χάλκινος τρίποδας από την Ολυμπία, 8ος αι. π.Χ. (ανακατασκευή). Ολυμπία, Αρχαιολογικό Μουσείο.

Αττικός αμφορέας από τον Κεραμεικό.
Του Ζωγράφου των Αθηνών. 850-800 π.Χ.
Αρχαιολογικό Μουσείο Κεραμεικού.

Χάλκινος τρίποδας από την Ολυμπία,
τέλος του 9ου αι. π.Χ. Ήταν αφιέρωμα πιστού
στο ιερό της Ολυμπίας, το οποίο είχε εξελιχθεί
σε χώρο πανελλήνιας λατρείας.
Αρχαιολογικό Μουσείο.

Μεγάλοι χάλκινοι τριποδικοί λέβητες με περίτεχνες λαβές αποτελούσαν συνήθη αφιερώματα στα μεγάλα, πανελλήνια ιερά κατά τους γεωμετρικούς χρόνους. Στα ομηρικά έπη αναφέρεται η πρακτική της απονομής τριπόδων ως επάθλων σε αγώνες προς τιμήν θεών ή νεκρών.

Κεραμικό ειδώλιο κενταύρου από το Λευκαντί. Είναι ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα τεχνουργήματα από την Ελλάδα της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου. Κάποιοι ερευνητές αναγνωρίζουν σε αυτό το έργο μια από τις πρώτες απεικονίσεις του Χείρωνα, του μυθικού δασκάλου των ηρώων. 950-900 π.Χ. Αρχαιολογικό Μουσείο Χαλκίδας.

Περισσότερο διάβασμα

Γεώργιος Βλάχος, Πολιτικές κοινωνίες στον Όμηρο, εκδόσεις ΜΙΕΤ, Αθήνα 1985.

J.N. ColdstreamΓεωμετρική Ελλάδα, εκδόσεις Καρδαμίτσα, Αθήνα 1997.

R. V. d’ A. DesboroughΟι ελληνικοί σκοτεινοί αιώνες, εκδόσεις Καρδαμίτσα, Αθήνα 1995.

Άννα Ραμού-Χαψιάδη, Από τη φυλετική κοινωνία στην πολιτική, εκδόσεις Καρδαμίτσα, Αθήνα 1982.

 

© Μαθαίνοντας Ιστορία | learninghistory.gr | 2024

Άδεια Creative Commons
Το παρόν χορηγείται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές .